παρκία

παρκία
η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας φαβίδες που περιλαμβάνει 40 περίπου είδη δέντρων τών τροπικών χωρών, μερικά από τα οποία έχουν εδώδιμους καρπούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. parkia, από το όνομα τού Μungo Park, Σκώτου εξερευνητή].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”